Το ΔΣ της Πανελλήνιας Ένωσης Κρατουμένων Αγωνιστών Μακρονήσου (ΠΕΚΑΜ) καταδικάζει απερίφραστα την προσπάθεια της φίμωσης κάθε νέου στρατευμένου που εκφράζει δημόσια την αντίθεσή του στην εμπλοκή της χώρας στους πολέμους των ιμπεριαλιστών και την αλληλεγγύη τους στους λαούς που ματώνουν εξαιτίας αυτών. Γι’ αυτό και θεωρούμε απαράδεκτη την απόπειρα στοχοποίησης και τρομοκράτησης του στρατευμένου από βουλευτές της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ γιατί συμμετείχε στο αντιιμπεριαλιστικό αντιπολεμικό συλλαλητήριο ενάντια στο κράτος – δολοφόνο του Ισραήλ που συνεχίζει το ματοκύλισμα των λαών της περιοχής, στηριζόμενο στις πλάτες των ιμπεριαλιστών συμμάχων του. Ταυτόχρονα καταγγέλλουμε την κυβέρνηση για την τιμωρία με φυλακή, του στρατιώτη που παραβρέθηκε στην αντιπολεμική συγκέντρωση του ΚΚΕ.
Είναι δικαίωμα κατακτημένο με αγώνες , οι στρατευμένοι νέοι να εκφράζουν ελεύθερα τις πολιτικές τους απόψεις , να συμμετέχουν σε διαδηλώσεις και συγκεντρώσεις του εργατικού – λαϊκού κινήματος, όπως και σ΄ αυτές ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και την εμπλοκή της χώρας μας σε αυτούς, αφού η συμμετοχή της χώρας μας στην Ουκρανία με την αποστολή όπλων και στη Μ. Ανατολή με την αποστολή πλοίων που υπερασπίζονται τα κέρδη των εφοπλιστών και τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών, βάζοντας σε κίνδυνο της ζωή των νέων στρατευμένων και γενικότερα του ελληνικού λαού. Οι νέοι στρατευμένοι έδωσαν όρκο υπεράσπισης των συνόρων και των κυριαρχικών δικαιωμάτων του λαού και της χώρας μας και όχι για τη συμμετοχή τους στη σφαγή άλλων λαών κάτω από τις σημαίες του ΝΑΤΟ, της ΕΕ και των ΗΠΑ.
Εμείς, οι απόγονοι των Μακρονησιωτών οπλιτών και άλλων κρατουμένων πολιτικών αγωνιστών, που φυλακίστηκαν και εξορίστηκαν και βασανίστηκαν σε αυτό το ελληνικό Νταχάου επειδή αντιστάθηκαν στη τριπλή φασιστική κατοχή της Ελλάδας και αγωνίστηκαν για την απελευθέρωσή της, το λέμε σ΄ όλους αυτούς που στοχοποιούν τα παιδιά μας, πολύ περισσότερο σ΄ αυτούς που την θυμούνται τη Μακρόνησο για να δημιουργήσουν προφίλ δήθεν προοδευτικότητας, πως για την η ατρόμητη στάση τους στο κολαστήριο της Μακρονήσου, πλήρωσαν βαρύ τίμημα ακόμα και με τη ζωή τους για την υπεράσπιση του δικαιώματος να εκφράζουν ελεύθερα τις πολιτικές τους θέσεις και να υπερασπίζονται το λαό και τη νεολαία. Αυτή η στάση τους έγινε φάρος ζωής και αγώνα για τις επόμενες γενιές.
Οι φαντάροι είναι του λαού παιδιά και εκφράζουν τις ανησυχίες και τα αιτήματα του λαού για να σταματήσει το ματοκύλισμα στη γειτονιά μας και η εμπλοκή της χώρας μας σε αυτό.
Με πολύ μεγάλη συμμετοχή πραγματοποιήθηκε την Κυριακή η εκδήλωση τιμής και μνήμης που οργάνωσε στην Μακρόνησο η Πανελλήνια Ένωση Κρατουμένων Αγωνιστών Μακρονήσου (ΠΕΚΑΜ), για τη Σφαγή της Μακρονήσου (σφαγή στο Α΄ Τάγμα).
Εκατοντάδες επισκέπτες όλων των ηλικιών, με ιδιαίτερα αισθητή την παρουσία της νεολαίας, παλιοί και νέοι αγωνιστές του εργατικού-λαϊκού κινήματος, ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της ΠΕΚΑΜ, και βρέθηκαν στο «Νταχάου της Μεσογείου» τιμώντας τους αλύγιστους της ταξικής πάλης, που το παράδειγμά τους αποτελεί φάρο και οδηγό για τις νέες γενιές, για όλο τον λαό που παλεύει για μια καλύτερη ζωή, για να ανατρέψει τη βαρβαρότητα που γεννά το άδικο εκμεταλλευτικό καπιταλιστικό σύστημα.
Στην αρχή, μετά την αποβίβασή τους στο μαρτυρικό νησί πραγματοποιήθηκε κατάθεση στεφάνων στο μνημείο της ΠΕΚΑΜ. Στεφάνια κατέθεσαν στο μνημείο της ΠΕΚΑΜ το ΔΣ της Ένωσης, το Παράρτημα Λαυρίου της ΠΕΑΕΑ – ΔΣΕ, οι ΚΟΒ και ΟΒ Λαυρίου του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, ενώ το παράρτημα Μελισσίων της ΠΕΑΕΑ – ΔΣΕ αντί στεφάνων πραγματοποίησε οικονομική ενίσχυση στην ΠΕΚΑΜ.
Στη συνέχεια η ξενάγηση συνεχίστηκε στο μνημείο των «σκιών» που στήθηκε στον χώρο από το ΚΚΕ και ακολούθησε εκδήλωση στην οποία χαιρέτησε η πρόεδρος της ΠΕΚΑΜ, Μαριάννα Οργέττα και μίλησε ο Κώστας Σκολαρίκος, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ.
Στη συνέχεια, όσοι συμμετείχαν, είχαν χρόνο να παρακολουθήσουν ξεναγήσεις από μέλη του ΔΣ της ΠΕΚΑΜ σε διάφορα σημεία του κολαστηρίου της Μακρονήσου. Άλλοι περιηγήθηκαν στον χώρο, άλλοι ξεναγήθηκαν από μέλη του Δ.Σ. στο θέατρο του ΑΕΤΟ, στο ύψωμα του Αγ. Αντωνίου, στον χώρο της σφαγής στις 29/2 και 1/3 του 1948.
Στον χαιρετισμό τηςηΜαριάννα Οργέττα στάθηκε μεταξύ άλλων στην προσπάθεια της ΠΕΚΑΜ για την διατήρηση της Μακρονήσου ως ιστορικό τόπο και τις ευθύνες όλων των κυβερνήσεων για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η οποία κατήγγειλε χαρακτηριστικά ότι: «Στην Ελλάδα πάνε να σβήσουν από τον χάρτη τη Μακρόνησο, τη Γυάρο κι άλλους τόπους εξορίας που ξυπνούν μνήμες και αφυπνίζουν συνειδήσεις».
Η ίδια απηύθυνε κάλεσμα ενίσχυσης της προσπάθειας της ΠΕΚΑΜ και στήριξης των αιτημάτων της για:
-Να επισκευαστεί η προβλήτα για να γίνει προσβάσιμη χωρίς δυσκολίες.
– Να επισκευαστούν άμεσα οι φούρνοι σύμφωνα με τη μελέτη που έχουμε καταθέσει στο ΥΠΠΟ και να δοθούν οι πόροι στην ΠΕΚΑΜ για τη λειτουργία Μουσείου πάνω στο νησί
-Να καθαριστούν και να σηματοδοτηθούν οι δρόμοι που οδηγούν στα στρατόπεδα.
– Να απομακρυνθούν άμεσα τα μπάζα και τα κουφάρια των αυτοκινήτων
– Με ευθύνη του ΥΠΠΟ να απομακρυνθούν άμεσα εγκαταστάσεις και παρεμβάσεις που έχουν γίνει από κτηνοτρόφους που χρησιμοποιούν τις δομές των στρατοπέδων, όπως επισκευές ναών και κτισμάτων από τρίτους για τους ιδιωτικούς τους σκοπούς και να απαγορευτούν εκδηλώσεις που δεν έχουν καμία σχέση με την ιστορία των στρατοπέδων της Μακρονήσου.
Κλείνοντας, τόνισε: «Τιμάμε τους Μακρονησιώτες κομμουνιστές, τους αγωνιστές που σε όλη τους τη ζωή κράτησαν ψηλά το κεφάλι. Φυλάμε την ιστορία τους- την ιστορία που έγραψε ο λαός μας με το αίμα του και παίρνουμε τη σκυτάλη για να ζήσουμε εμείς και τα παιδιά μας στην κοινωνία που θα είναι στο ύψος των αναγκών και των ονείρων μας. Παλεύουμε για τη Μακρόνησο – Παλεύουμε για τη διαφύλαξη της νεότερης ιστορίας της Ελλάδας».
Στην ομιλία του ο Κ. Σκολαρίκος επεσήμανε μεταξύ άλλων:
« Η Μακρόνησος αποτέλεσε για πολλά χρόνια τόπο συγκέντρωσης των ανεπιθύμητων του καπιταλιστικού κράτους. Εδώ συγκεντρώθηκαν την περίοδο του 1912-1913 δεκάδες χιλιάδες Τούρκοι που αιχμαλωτίστηκαν μετά την παράδοση της Θεσσαλονίκης και των Ιωαννίνων. Μια δεκαετία αργότερα, στα λοιμοκαθαρτήρια της Μακρονήσου στοιβάχτηκαν δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία και πολλοί από αυτούς άφησαν εδώ την τελευταία τους πνοή, χτυπημένοι από τις ασθένειες και τις άσχημες συνθήκες διαβίωσης, πριν πατήσουν καλά καλά το πόδι τους στη νέα τους πατρίδα.
Έπειτα από το Μάη του 1947 και τη μεταφορά του Δεύτερου Τάγματος Ειδικών Οπλιτών (ΒΕΤΟ), η Μακρόνησος έγινε συνώνυμη της προσπάθειας του καπιταλιστικού κράτους να τσακίσει με όλα τα μέσα το ΚΚΕ και το εργατικό-λαϊκό κίνημα, που τόλμησε να σηκώσει κεφάλι στα χρόνια της Τριπλής Φασιστικής Κατοχής, αγωνιζόμενο με το όπλο στο χέρι, για να γίνει κύριος του τόπου και του κόπου του. Ακριβώς επειδή εκείνη την εποχή εξελισσόταν ο αγώνας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας και η καπιταλιστική εξουσία γνώριζε αντικειμενικά το μεγαλύτερο κίνδυνο για την ύπαρξή της από τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους μέχρι και σήμερα.
Ωστόσο, η Μακρόνησος δεν ήταν μια τυφλή πράξη εκδίκησης του καπιταλιστικού κράτους απέναντι στους ταξικούς εχθρούς του, αλλά μια καλά σχεδιασμένη επιχείρηση, προκειμένου να τσακιστεί το ηθικό των αγωνιζόμενων δυνάμεων, να αποτραπεί κάθε προσπάθεια ανασυγκρότησης των Κομματικών Οργανώσεων του ΚΚΕ και των μαζικών οργανώσεων του εργατικού-λαϊκού κινήματος, να δυσφημιστεί ο αγώνας του Δημοκρατικού Στρατού ως αποτέλεσμα της δράσης ξένων δυνάμεων.
Η μανιώδης προσπάθεια απόσπασης δηλώσεων αποκήρυξης του ΚΚΕ και των «παραφυάδων» του από κομμουνιστές, άλλους ριζοσπάστες αγωνιστές αλλά και από τους συγγενείς τους ή απλούς συμπαθούντες και στη συνέχεια η προβολή της λεγόμενης εθνικής τους ανάνηψης, αποτελούσε την καλύτερη απόδειξη για την εγχώρια και τη διεθνή καπιταλιστική προπαγάνδα, που υποστήριζε πως στην Ελλάδα δεν υπάρχουν κομμουνιστές ριζωμένοι στα βάσανα και τους αγώνες του λαού, παρά μόνο ορισμένοι παραπλανημένοι από ξένους πράκτορες.
Ταυτόχρονα, συγκεντρώνοντας στη Μακρόνησο τον ηλικιακό ανθό του ελληνικού λαού και πολλούς από τους πρωτοπόρους του αγώνα του, κάθε απόσπαση δήλωσης αποτελούσε μια μαχαιριά στην προσπάθεια ανασυγκρότησης και μαζικοποίησης του κομμουνιστικού και του εργατικού-λαϊκού κινήματος, ειδικότερα μετά το τέλος του αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού.
Μέσα από την αναπαραγωγή των δηλώσεων από τον αστικό τύπο έως και τις ενορίες των εξόριστων, οι μηχανισμοί του καπιταλιστικού κράτους επιδίωκαν να εξασφαλίσουν την κυριαρχία του τρόμου. Η Μακρόνησος λειτουργούσε ως μια διαρκή υπόμνηση της πυγμής του καπιταλιστικού κράτους και ως συνεχές φόβητρο για όσους επιθυμούσαν να αμφισβητήσουν τις επιλογές του. Όσοι υπέγραψαν δηλώσεις, αλλά και όσοι σακατεύτηκαν ή πέθαναν από τα βασανιστήρια λειτουργούσαν ως απόδειξη ότι κανείς δεν μπορεί να τα βάλει με την παντοδύναμη καπιταλιστική εξουσία.
Γι’ αυτό και οι αλύγιστοι της ταξικής πάλης, όσοι κατόρθωσαν να σταθούν ορθοί στο φρουρών το πείσμα, αλλά και όσοι έσπασαν από το σωματικό ή ψυχικό πόνο και στη συνέχεια προχώρησαν σε αντιδηλώσεις, δεν έδωσαν μόνο μια μάχη αξιοπρέπειας απέναντι στο ζόφο της καπιταλιστικής εξουσίας.
Η ανυποχώρητη στάση των Μακρονησιωτών αποτέλεσε φάρο αντίστασης και ελπίδας για το εργατικό-λαϊκό κίνημα στη μετεμφυλιακή Ελλάδα των διώξεων και των εκτελέσεων, όταν όλα τα σκίαζε η φοβέρα. ‘Ηταν αυτή που διατυμπάνιζε μαζί με τη στάση των κομμουνιστών σε άλλες εξορίες και στις φυλακές ότι οι πρωτοπόροι του εργατικού-λαϊκού κινήματος που στράφηκαν ενάντια στην καπιταλιστική εξουσία παρέμεναν αδούλωτοι. Και το σημαντικότερο ήταν αυτή η ανυποχώρητη στάση που εξασφάλισε την οργανωτική συνέχεια του ΚΚΕ και επομένως την ανασυγκρότηση του εργατικού-λαϊκού κινήματος, προσφέροντας ταυτόχρονα πρότυπα επαναστατικής στάσης και δράσης και εμπνέοντας τις επόμενες γενιές των κομμουνιστών.
Σήμερα, η επικαιρότητα της Μακρονήσου μπορεί να κοιταχτεί και μέσα από διαφορετικό φακό. Η καταστολή των εξόριστων ήταν η απάντηση σε ένα μεγαλειώδες εργατικό-λαϊκό κίνημα που οργανώθηκε με μπροστάρη το ΚΚΕ σε καιρό ιμπεριαλιστικού πολέμου και τριπλής φασιστικής κατοχής.Το πέρασμα εκατοντάδων χιλιάδων εργαζόμενων στο προσκήνιο της ιστορίας σε συνθήκες στρατιωτικής ήττας και κλονισμού της εγχώριας καπιταλιστικής εξουσίας διαμόρφωσε τις παραμονές της Απελευθέρωσης και αμέσως μετά από αυτή συνθήκες επαναστατικής κατάστασης. Οι καπιταλιστές δεν μπορούσαν να κυβερνήσουν όπως κυβερνούσαν και οι εργατικές-λαϊκές δυνάμεις δεν δέχονταν να κυβερνηθούν όπως κυβερνιόντουσαν, ενώ ήταν συσπειρωμένες γύρω από το ΚΚΕ που καθοδηγούσε ένα κίνημα που διέθετε το δικό του στρατό, την ώρα που ο αστικός στρατός ήταν σμπαραλιασμένος και τα στρατεύματα Κατοχής οπισθοχωρούσαν.
Η κρίσιμη ταξική σύγκρουση του Δεκέμβρη του 1944 και στη συνέχεια ο ηρωικός αγώνας του Δημοκρατικού Στρατού απέδειξαν όχι μόνο το αγεφύρωτο των ταξικών αντιθέσεων, των συμφερόντων της αστικής τάξης από τη μια πλευρά και αυτών της πλειοψηφίας της εργατικής-λαϊκής πλειοψηφίας από την άλλη, αλλά και ότι το ΚΚΕ στεκόταν σταθερά στην πλευρά των δεύτερων.
Η μεταπολεμική καπιταλιστική ανάπτυξη που πάτησε πάνω στην ταξική εκμετάλλευση και τις διώξεις, η απουσία νέας επαναστατικής κατάστασης. τα επόμενα χρόνια και τελικά η έπειτα από σκληρούς αγώνες νομιμοποίηση του ΚΚΕ μετά την πτώση της δικτατορίας έδωσαν τις αφορμές σε αστούς και οπορτουνιστές να παρουσιάζουν σε πείσμα της Ιστορίας τη Μακρόνησο και τους αγωνιστές της ως μουσειακό είδος ενός μακρινού παρελθόντος. Η αναφορά της Μακρονήσου πέρασε από την καταστολή στην αποσιώπηση και τη λήθη μέσω της διαστρέβλωσης.
Και όμως όλα όσα οδήγησαν στον πόλεμο και την Κατοχή, στην Αντίσταση και στο ΔΣΕ, στην καταστολή του καπιταλιστικού κράτους και στον αγώνα των Μακρονησιωτών είναι ακόμα εδώ.
Παρά την επίμονη καπιταλιστική προπαγάνδα περί τέλους της ιστορίας, o καπιταλισμός που βρίσκεται στο στάδιο κυριαρχίας των μονοπωλίων, συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από τις καπιταλιστικές οικονομικές κρίσεις, να σπέρνει φτώχεια και ανεργία, να θρέφεται από την καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων και πρώτα απ’ όλα του ανθρώπου σε συνθήκες ειρήνης και πολέμου. Έτσι και αλλιώς, το άλλο πρόσωπο της ταξικής εκμετάλλευσης είναι ο συνεχής ανταγωνισμός των καπιταλιστικών κρατών και των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών για το μοίρασμα και το ξαναμοίρασα των Πρώτων υλών, των αγορών και των σφαιρών επιρροής, που ευθύνεται για τη διασπορά των ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων, για το μακέλεμα των λαών και την προσφυγιά.
Αυτός o ανταγωνισμός οδήγησε στον Α’ και στο Β’ παγκόσμιο Πόλεμο. Σήμερα ο ανταγωνισμός ανάμεσα στο ευρωατλαντικό μπλοκ, επικεφαλής του οποίου βρίσκονται τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, παρά τις μεταξύ τους διαφορές και στο υπό διαμόρφωση ευρασιατικό μπλοκ με επικεφαλής την Κίνα και τη Ρωσία όχι μόνο ευθύνεται για τη σύγκρουση στα εδάφη της Ουκρανίας και εμπλέκεται στον πόλεμο στη Μέση Ανατολή, αλλά και απειλεί να σύρει όλη την ανθρωπότητα σε ένα γενικευμένο πόλεμο, σε μια νέα ιμπεριαλιστική θηριωδία.
Στους νέους αγώνες των εργατικών – λαϊκών δυνάμεων η Μακρόνησος και συνολικότερα οι ταξικές συγκρούσεις της δεκαετίας του 1940 έχουν να προσφέρουν πλούσια διδάγματα και χρήσιμα συμπεράσματα:
Για την ανάγκη οι εργατικές-λαϊκές δυνάμεις να μην μπουν κάτω από την ταξικά ξένη σημαία των εκμεταλλευτών τους, σήμερα απαιτώντας την απεμπλοκή της χωράς από ιμπεριαλιστικές συμμαχίες και συγκρούσεις και αύριο αντιπαλεύοντας την ανοιχτή συμμετοχή της στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Ακόμα και σε περίπτωση επίθεσης άλλου καπιταλιστικού κράτους, οι εργατικές-λαϊκές δυνάμεις πρέπει να συνδυάσουν τον αγώνα εναντίον του εισβολέα με τη διαμόρφωση αυτόνομου κέντρου αντίστασης και με την πάλη για την ανατροπή της εγχώριας καπιταλιστικής εξουσίας.
Για την αποφασιστικότητα και τη βαναυσότητα με την οποία οι καπιταλιστές θα προσπαθήσουν να διατηρήσουν την εξουσία τους και τα προνόμιά τους, μετερχόμενοι κάθε μέσου και εγκλήματος.
Για την ανάγκη αυτή τη φορά η εργατική-λαϊκή πάλη να φτάσει μέχρι το τέλος, έως τη συντριβή της καπιταλιστικής εξουσίας.
Για την ισχυρή πίστη ότι η απαλλαγή από την κοινωνία της ταξικής εκμετάλλευσης που θυσιάζει την πλειοψηφία της ανθρωπότητας στο βωμό του καπιταλιστικού κέρδους απαιτεί μικρές και μεγάλες θυσίες μέχρι την ανατροπή της.
Καταλήγοντας ο Κ. Σκολαρίκος τόνισε : Πάνω απ’ όλα, o αγώνας των Μακρονησιωτών μας διδάσκει πόσο σημαντικό είναι να μην παραδίνεσαι κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, να μη βλέπεις και τον πιο αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων ως στάσιμο, αλλά να εντάσεις την ατομική σου δράση και τις συνέπειες που τη συνοδεύουν στη μεγάλη ανθρώπινη αλυσίδα των αγώνων για να ανοίξει ο δρόμος για το φωτεινό μέλλον της ανθρωπότητας, για το σοσιαλισμό-κομμουνισμό.
Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με την παρουσίαση ιστορικού αφιερώματος γεγονότων που διαδραματίστηκαν κατά την περίοδο λειτουργίας της Μακρονήσου και ειδικά στο ΑΕΤΟ από το μέλος του Δ.Σ. Ελένη Μπιμπίρη με εμβόλιμες δραματοποιημένες αφηγήσεις παλιών κρατουμένων από την εκπαιδευτικό Ράνια Μπαλή η οποία και έκλεισε την εκδήλωση με την απαγγελία του ποιήματος «Ο δρόμος μας» του Φώτη Αγγουλέ και του Πένθιμου Εμβατηρίου.
Στην ομιλία της η Ελένη Μπιμπίρη ανέφερε:
Το Α΄ ειδικό τάγμα οπλιτών ( ΑΕΤΟ) είχε μακρά ιστορία πριν εγκατασταθεί στη Μακρόνησο.
Το 1946, μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας του ’45, ήταν μια ζοφερή περίοδος για τον Ελληνικό λαό εξαιτίας των διώξεων, από τις αστικές κυβερνήσεις με τη στήριξη των Αγγλοαμερικάνων συμμάχων τους, των αντιστασιακών και κομμουνιστών που οργάνωσαν και συμμετείχαν την ΕΑΜική αντίσταση. Υπόδειγμά του αστικού κράτους για τις διώξεις ήταν τα ναζιστικά στρατόπεδα, τα αγγλικά στρατόπεδα της Μ. Ανατολής, οι μεταξικές μέθοδοι εξόντωσης κάθε αντίστασης και του λαϊκού κινήματος.
Η βοήθεια από τις ΗΠΑ προς την Ελλάδα, που ακολούθησε το 1947, συνοδευόταν από το δόγμα Τρούμαν κατά το οποίο η αστική κυβέρνηση της χώρας μας έπρεπε πάση θυσία να αποτρέψει την εξάπλωση του κομμουνισμού , να τσακίσει το λαϊκό κινήμα , να συντρίψει το ΚΚΕ και να κάμψει το φρονήμα του Λαού , ο οποίος επιθυμούσε μια άλλη Ελλάδα απαλλαγμένη από τους κάθε είδους εκμεταλλευτές του μετά την απελευθέρωση της χώρας από την τριπλή φασιστική κατοχή.
Σκοπός των αστικών κυβερνήσεων ήταν να εξασφαλίσουν τους νέους, που θα επάνδρωναν, και τους αξιωματικούς, που θα υπηρετούσαν στο στρατό της αστικής τάξης, υποταγμένο στο αμερικανικό δόγμα και στους Άγγλους, απαλλαγμένο από το μίασμα του κομμουνισμού και της αντίστασης.
Η συντριπτική πλειοψηφία των νέων ήταν πρωτύτερα οργανωμένοι στην ΟΚΝΕ, στην ΕΠΟΝ και στην ΕΑΜική αντίσταση όπως και οι πολλοί αξιωματικοί του ελληνικού στρατού που είχαν πολεμήσει στα βουνά της Αλβανίας ( 1940-41) και δεν είχαν υπογράψει παράδοσή τους στις διαταγές των Γερμανών κατακτητών, όπως έκανε η αστική κυβέρνηση της χώρας μας, και είχαν πολεμήσει στον ΕΛΑΣ.
Έπρεπε λοιπόν οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί αυτοί να αφοπλιστούν, να περάσουν από ειδική εκπαίδευση και να «αναμορφωθούν» για να μπορούν να υπηρετήσουν στο στρατό και να στρέψουν τα όπλα κατά του λαού.
Έτσι δημιουργήθηκαν τα τάγματα σκαπανέων το 1946 στο Λιόπεσι( Παιανία Αττικής), στο Λουτράκι , στην Κρήτη, από όπου μεταφέρθηκαν στα Γιούρα . Στο Α΄τάγμα σκαπανέων ήταν αφοπλισμένοι νέοι ύποπτοι για την δράση τους, για τη σχέση τους με την ΕΑΜική αντίσταση και το ΚΚΕ. Ήταν τάγμα «ανεπιθύμητων» στο στρατό .
Η επιλογή της Μακρονήσου ως μέρος εγκατάστασης και βασανισμού δεκάδων χιλιάδων στρατευμένων , αξιωματικών και πολιτών δεν ήταν τυχαία.
Στην εφημερίδα ΜΑΧΗ ( 20/6/1950) είναι αποκαλυπτικά όσα γράφονται για τον Μπαϊρακτάρη:
« Ο Μπαϊρακτάρης ηρεύνησε την Ελλάδα προς εξεύρεση καταλλήλου νήσου. Τελικώς προτίμησε την Μακρόνησον, μιαν νήσον άγονον, ακατοίκητον και άνυδρον. Ότε ανέλαβε την εκτέλεσιν του έργου του , ευρέθη εις την ανάγκην να μεταφέρη το ύδωρ δια πλοιαρίων βαρελίων και ότε ήτο τρικυμία δεν υπήρχε ύδωρ».
Εξ ου και το μαρτύριο της δίψας των κρατουμένων. Στα Γιούρα ακόμα, ενα άλλο νησί μαρτυρίου, υπήρχε νερό από μερικά πηγάδια κοντά στη θάλασσα, γλυφό βέβαια και ακατάλληλο, αλλά υπήρχε έστω κι αυτό . Στη Μακρόνησο όχι.
Από τη μια άκρη ως την άλλη σκίνα και αφάνες… Άλλος ένας απάνθρωπος τρόπος πίεσης των κρατουμένων: Το ξερίζωμα των θάμνων αυτών και η μεταφορά τους στους φούρνους και στα καμίνια ασβέστη αργότερα, ως καύσιμη ύλη και η αποψίλωσή τους για το κτίσιμο των στρατιωτικών κτιρίων και το άνοιγμα χώρου για τις σκηνές των κρατουμένων. Όμως έτσι, έμενε μόνο το χώμα που έγινε το μαρτύριο για χιλιάδες κρατούμενους, διότι άλλοτε δεν μπορούσαν να ανασάνουν κι άλλοτε τα μάτια κοκκίνιζαν από τη σκόνη και τον ήλιο. Ο ήλιος, η υγρασία, η αλμύρα της θάλασσας , οι μανιασμένοι άνεμοι στο στενό της Μακρονήσου, στο Τριανέμι, οι βράχοι συνθέτουν το σκηνικό αυτού του νησιού που θυμίζει ότι εδώ όσοι έρχονται απομονώνονται από τους ανθρώπους , απο τα δέντρα , τα πουλιά κι έχουν για συντροφιά τους μόνο φίδια, ερπετά, σκορπιούς.
ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ
Το άχαρο σχήμα που χαράζεται παντού
μπλάβα σημάδια αχνά στα σώματα μας
πληγές ματώνουν τα σωθικά μας
μα στις καρδιές μας το γαλάζιο του ουρανού!
έρχονται μπόρες κι οι βοριάδες ως περνούν
αντίσταση δε βρίσκουν στην ορμή τους
δέντρο, πουλί η κλαρί, την δύναμή τους
τα μπράτσα και τα στήθια μας την σταματούν!
(απόσπασμα από ποίημα αγνώστου ποιητή)
Το 1947 φούντωνε το αντάρτικο των μαχητών του ΔΣΕ με την καθοδήγηση και συμμετοχή του ΚΚΕ και ο ηρωισμός των νέων μαχητών του στα βουνά της Ελλάδας ανησυχούσε το αστικό κράτος και την κυβέρνηση. Οι πολιτικοί κρατούμενοι αλλά και νέοι, που στρατεύονταν είχαν συλληφθεί και είχαν σταλεί στην εξορία σε διάφορα νησιά της χώρας ή στρατόπεδα ( όπως Γιούρα), συνεχώς αυξάνονταν. Έπρεπε να τους συγκεντρώσουν σε στρατόπεδα για να μην μπορούν να στρατευθούν στις γραμμές του ΔΣΕ, μακριά από κόσμο και πόλεις, γιατί φοβούνταν την εξάπλωση του μιάσματος στο λαό των επαρχιακών πόλεων και νησιών αλλά και τις αποδράσεις που είχαν σημειωθεί .
Πολλοί από αυτούς είχαν καταφέρει να δραπετεύσουν , όπως αυτοί από το Α’ τάγμα που ήταν στον Άγιο Νικόλαο Κρήτης , κυρίως πρώην αξιωματικοί του ΕΛΑΣ και κατάφεραν να φτάσουν στα βουνά της Κρήτης, να ενταχθούν στις γραμμές του ΔΣΕ .
Έτσι το Υπουργείο Στρατιωτικών αποφάσισε 19 Φλεβάρη του 1947 να ιδρύσει στρατόπεδο στη Μακρόνησο που άρχισε να λειτουργεί το Μάη του ΄47 και όπου μεταφέρθηκε το Α΄τάγμα σκαπανέων. Εγκαταστάθηκε ανάμεσα στο Β’ τάγμα Σκαπανέων που ήταν βορειότερα και στο Γ’ Τάγμα.
Αρχικά μεταφέρθηκαν 100 μόνιμοι και 600 έφεδροι αξιωματικοί με διοικητή τον Κ. Κωνσταντόπουλο.
Οι στρατιώτες του Γ’ τάγματος με διοικητή το Σκαλούμπακα βασανίζονταν νύχτα και μέρα και όσοι παρέμειναν αλύγιστοι και αμετανόητοι μεταφέρονταν στη συνέχεια στο Α΄τάγμα τον πρώτο χρόνο με διοικητή τον Κωνσταντόπουλο, που παρά τις σχετικά καλύτερες συνθήκες από ότι στο Γ΄ αρχικά, , έμελε στη συνέχεια να γίνει τόπος θυσίας των αμετανόητων, των αλύγιστων αγωνιστών και γι’ αυτό να ονομάστηκε « κόκκινο» τάγμα.
Στο Α΄ τάγμα σκαπανέων μεταφέρθηκαν γενικά στρατιώτες που δεν υπέγραψαν δήλωση μετανοίας. Στην αρχή υπήρχε ένας τρόπος να αντιμετωπίζουν τη διοίκηση και τους ΑΜίτες με ομαδικό τρόπο, με περιφρούρηση , επαγρύπνηση και συνωμοτικότητα , όπως και στα στρατόπεδα πολιτικών κρατουμένων.
Όπως μας πληροφορεί ο Δ. Γεωργάτος, Μακρονησιώτης Κρατούμενος ( Μακρόνησος, τ. Α 366-367) :
« …Ενημερώνουμε και βοηθούμε κάθε αγωνιστή να παλέψει και να αντισταθεί σε κάθε μορφής βίας ομαδικής και ατομικής….Δεν υπογράφουμε κανένα χαρτί, δε βάζουμε πουθενά την υπογραφή μας , ακόμα και για να πάρουμε την επιταγή μας…. Αναπτύσσουμε τη συντροφικότηταμας στην αγγαρεία, στη δουλειά και περιφρουρούμε την ενότητα στην σκηνή μας, στο στρατόπεδο…Με κάθε ευκαιρία καταγγέλουμε το καθεστώς βίας και τρομοκρατίας ..προσπαθούμε να φέρουμε βιβλία για φοιτητές, καθώς επίσης να εξασφαλίσουμε την ψυχαγωγία μας. …Γίνεται επίμονη προσπάθεια να έχουμε επαφή με τον έξω κόσμο, επισκεπτήρια, επιστολές κλπ. .
Όμως αυτές οι ελάχιστές δυνατότητες άρχιζαν να λιγοστεύουν καθώς η στάση των βασανιστών σκλήρυνε συνεχώς και περισσότερο λόγω της μη απόσπασης δηλώσεων.
Το Σεπτέμβρη του 1947 ο Υπ. Στρατιωτικών Στράτος έλεγε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων :
«Οι χαρακτηριζόμενοι από τας αρχάς ως μη εμπνεόμενοι από εθνικήν ιδεολογίας τοποθετούνται αρχικώς στο Α’ Τάγμα και υφίστανται μιαν διδασκαλίαν. Ευθύς ως η υπηρεσία αντιληφθεί ότι η διδασκαλία έγινε κατανοητή ή οτι οι πληροφορίαι των αρχών είναι εσφαλμέναι, μετατίθενται αμέσως εις το Β τάγμα. Τέλος όταν εκεί επιδείξουν εθνική κατανόησιν, τοποθετούνται εις το Γ’ Τάγμα».
Ο Κωνσταντόπουλος προειδοποιούσε τους στρατιώτες στο τέλος του 1947 πως τα πράγματα θα γίνονταν δυσκολότερα, γιατί το ΓΕΣ θα σκλήραινε την στάση του σε όσους δεν είχαν υπογράψει. Αλλά και ο Σκαλούμπακας στο Γ’ τάγμα απειλούσε τους στρατιώτες, λέγοντας ότι όσοι δεν υπογράφουν θα πάνε στο Α’ τάγμα και εκεί σε μια δυο μέρες ή θα βάλουν υπογραφή ή θα πεθάνουν. Στο Α΄τάγμα επίσης μεταφέρθηκαν κρατούμενοι από τα από την Γιούρα όπου ήταν στρατόπεδο εξόριστων και στο οποίο επικρατούσαν πολύ άσχημες συνθήκες.
Προς τα τέλη του Φλεβάρη του ‘48 το ΓΕΣ είχε καταστρώσει σχέδιο τρομοκρατικής επίθεσης εναντίον των στρατιωτών με τη συνδρομή των Αμερικανών, που έλεγαν ότι πρέπει να τελειώνει το εγχείρημα με την «αναμόρφωση» των κομμουνιστών . Το σχέδιο προέβλεπε ακόμα και δολοφονία στρατιωτών έτσι ώστε να αναγκαστούν, όσοι έμεναν αλύγιστοι , να υπογράψουν. Προέβλεπε και τον εξαναγκασμό με τον βιαιότερο τρόπο. Τα γεγονότα στο Α τάγμα έμειναν στην ιστορία ως η Μεγάλη Σφαγή της Μακρονήσου την 29/2/1948 έως 1/3/). Τότε ένα πρωινό εντελώς απρόκλητα το πλήθος των στρατιωτών του Α’ Τάγματος δέχτηκε επίθεση από Αμίτες ενώ τα αιματηρά γεγονότα συνεχίστηκαν και την επόμενη μέρα από τον Μπαϊρακτάρη που έβαλε πυρ από μια ακταιωρό από την θάλασσα
Το ΓΕΣ επίσημα δέχτηκε το θάνατο 17 μόνο στρατιωτών και το δικαιολόγησε ως αποτέλεσμα της δήθεν «στάσης» των σκαπανέων του Α΄ τάγματος. Διαβεβαίωσε ότι μετά θα γίνουν ανακρίσεις και θα ακολουθήσουν συλλήψεις των υπευθύνων γι’ αυτό. Μόνο που οι συλλήψεις αφορούσαν τα θύματα οπλίτες του Α’ Τάγματος που τους παρουσίασαν ως δήθεν στασιαστές, ενώ οι θύτες, οι ΑΜίτες και οι αξιωματικοί που εκτέλεσαν το έγκλημα, έμειναν στο απυρόβλητο. Ο Κωνσταντόπουλος είχε παραιτηθεί λίγο καιρό πριν γιατί δεν ήθελε φαίνεται να πάρει μέρος στην σφαγή. Το ίδιο έκανε και ο Καραμπέκιος που τον αντικατέστησε αλλά ύστερα μεταφέρθηκε στο Β΄ τάγμα. Η σφαγή ήταν έργο των διοικητών Βασιλόπουλου και Μπαϊρακτάρη, υπαξιωματικών και Αμιτών. Όσο για τον αριθμό των θυμάτων φαίνεται ότι αυτός ήταν πολύ μεγαλύτερος από αυτόν που παρουσίασε το γενικό επιτελείο στρατού. Ο Βρονταμύτης, καϊκτσής που εκτελούσε μεταφορές από και προς την Μακρόνησο, δήλωσε τα πρόσφατα χρόνια πριν πεθάνει, ότι ο Σκαλούμπακας με το όπλο στον κρόταφο τον υποχρέωσε να βάλει στο καΐκι του πάνω από 300 πτώματα και να τα πετάξει μέσα σε συρμάτινα σακιά στη βραχονησίδα Άγιος Γεώργιος. Είδε με τα μάτια του τα πτώματα και μέτρησε ένα τέτοιον αριθμό.
Μετά τη σφαγή τα πράγματα σκλήρυναν ακόμα περισσότερο. Έπρεπε γρήγορα να τελειώνουν με όσους ανυποχώρητα και πεισματικά δεν έβαζαν την υπογραφή τους σε δήλωση μετανοίας.
Όπως αναφέρει ο Δ. Γεωργάτος σε μια μαρτυρία του στο βιβλίο Μακρόνησος , η κατάσταση μετά τη σφαγή ήταν απελπιστική. Ολη μέρα βασάνιζαν το τάγμα με συνεχείς ασκήσεις, αγγαρείες , συγκεντρώσεις και ομιλίες αξιωματικών . Καθένας κινείται σα ρομπότ. Δε συζητάει. Η ψυχολογική πίεση γίνεται αφόρητη για να χάσει ο ένας προς τον άλλον την εμπιστοσύνη του και ο καθένας προς το τάγμα που αντιστεκόταν στην καταπίεση. Τότε προέκυψε ένα κύμα αυτοκτονιών ή απόπειρας αυτοκτονιών . Άλλοι γιατί δεν ήθελαν να υπογράψουν δήλωση, άλλοι γιατί είχαν υπογράψει παρά τη θέλησή τους, άλλοι γιατί υπέκυπταν στα βασανιστήρια και οι αξιωματικοί δικαιολογούσαν το θάνατό τους ως αυτοκτονία. Τρομοκρατημένοι οι δεσμοφύλακες από τις διαστάσεις που είχε πάρει το φαινόμενο αποφασίζουν να εκδώσουν μέσω του Βασιλόπουλου μια κατάπτυστη ημερήσια διαταγή που … «απαγόρευε» τις αυτοκτονίες.
Το ‘σύρμα ‘ ήταν η απομόνωση δεκάδων νέων στρατιωτών και πολιτών που άντεχαν ακόμα τα βασανιστήρια, τους εξευτελισμούς, τις δολοφονίες, εικονικές και πραγματικές , που έμεναν όρθιοι. Όταν κάποια στιγμή άρχισαν να έρχονται υπουργοί και πολιτικοί για να δουν ιδίοις όμμασι το λεγόμενο θαύμα που επιτελούνταν στη Μακρόνησο οι τρελοί, οι κακοποιημένοι και οι καταρρακωμένοι μεταφέρονταν άρον άρον στη χαράδρα ή κάπου στο ανατολικό άκρο του τάγματος για να μην τους βλέπουν οι ..επίσημοι επισκέπτες.
Το Μάρτη του 1949 καταφτάνουν καραβιές εξόριστων στρατιωτών , οι Μαρτιάτες, από την Ικαρία και από άλλα νησιά. Αυτοί γίνονται δεκτοί με ξύλο από τους ΑΜίτες με καλάμια μπαμπού μόλις πατάνε το πόδι τους στο Α΄ τάγμα. «Εαμοβούλγαροι θα πεθάνετε εδώ» , φώναζαν η ΑΜίτες. Με τα βασανιστήρια και με τις δολοφονίες το αστικό κράτος προσπάθησε να αποσπάσει νέες δηλώσεις και όσοι υπέγραφαν αυτές μεταφέρονταν συνήθως στο Β’ τάγμα.
Γράφει ο Ν. Μαργαρης στο συλλογικό έργο ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ , τ. Β .
«Η Ιστορία τους, η τραγωδία και των τριών αποστολών που έφυγαν η πρώτη από το Μούδρο και τον Άη Στράτη, η δεύτερη από την Ικαρία και η τελευταία από το Δ Τάγμα είναι από τις τραγικότερες στη Μακρόνησο και από τις λιγότερο γνωστές. … Και τα βασανιστήρια πρωτοφανή για τους σκληροτράχηλους που κράτησαν μήνες…… Δεκάδες καταγματίες, φυματικοί, καρδιοπαθείς από τα βασανιστήρια νοσηλεύτηκαν στο 401, εκατοντάδες στο Αναρρωτήριο του Α’ Τάγματος.»
Τους έλεγαν ότι είχαν εντολή να μην μπει κανείς στο σύρμα αλλά τα βασανιστήρια ήταν φοβερά .
Πολλοί δεν άντεξαν, κάποιοι παρέμειναν ανυποχώρητοι, άλλοι υπέγραφαν και σύντομα έκαναν ανάκληση της δήλωσής τους , άλλοι έμειναν παράλυτοι, τρελοί και τυφλοί. Ευτυχώς που κάθε βράδυ οι σύντροφοί τους τους βοηθούσαν στις σκηνές δείχνοντας μια ακόμα αρετή των κρατουμένων . Την αλληλεγγύη!
Μετά την μεγάλη σφαγή οι εμπνευστές της ήταν πολύ περήφανοι και έλεγαν ότι είχαν πετύχει, τα πολιτικά αφεντικά τους πίστευαν ότι τα αποτελέσματα αυτά ήταν θαυμάσια. Τον Οκτώβρη του 1949 όλα τα στρατόπεδα πέρασαν στον Οργανισμό Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου και όλες οι μετεμφυλιακές κυβερνήσεις εξακολούθησαν την ίδια τακτική με σφοδρότητα εναντίον ιδιωτών κρατουμένων , στρατιωτικών ακόμα και γυναικών που τις έφερναν από το Τρίκερι δίπλα στο ΑΕΤΟ το Γενάρη του 1950. Στο πλαίσιο αυτό το 1949 υπέγραψαν και την παράδοση «επικίνδυνων» πολιτικών εξόριστων στο Μπαϊρακτάρη στο ΑΕΤΟ. Αυτό δημιούργησε επίσημα τα ΕΣΑΙ [ειδικά σχολεία αναμόρφωσης ιδιωτών]. Οι ΕΣΑΐτες πέρασαν μήνες φοβερής στέρησης και ταλαιπωρίας στη Μακρόνησο . Όμως πολλοί φαντάροι από το Α τάγμα παρά τον κίνδυνο να συλληφθούν και να τιμωρηθούν έτρεχαν και πρόσφεραν καθημερινά στο ΕΣΑΙ ψωμί, κονσέρβες, τσιγάρα και ότι άλλο είχαν από συγγενείς και φίλους για να μη λιμοκτονήσουν οι πολιτικοί κρατούμενοι που είχαν έρθει δίπλα τους για την λεγόμενη αναμόρφωση. Μα τι μπορούσαν να κάνουν οι φαντάροι για τους ΕΣΑιτες. Ήταν πάρα πολλοί. Κατέφθαναν συνεχώς νέοι όπως οι 2300 προληπτικά συλληφθέντες Πελοποννήσιοι και άλλοι 2300 από το Τρίκερι στις αρχές του Μάη . Το καλοκαίρι του 1949 η δύναμη μαζί με τους στρατιώτες έφτανε τις 10.000.
Λέει ο Γιάννης Παλαβός, Μακρόνησος Συλλογικό Έργο Β Τόμος :
«Η συντροφικότητα είχε αναπτυχθεί στο έπακρο. Μια μέρα, ένας σύντροφος μας εξοικονόμησε λίγο ψωμότυρο. Του το έδωσε ένας στρατιώτης. Δεν το έφαγε. Το έδωσε στο διπλανό του. Μα κι εκείνος δεν το τρώει. Το προωθεί σε άλλον…. Ο Γ. Ηλιόπουλος, εξαίρετος κομμουνιστής, ήξερε από οικοδομικές δουλειές… Του έδιναν τρόφιμα και τσιγάρα. Τα μοίραζε σε όλους τους συντρόφους. Το κομμουνιστικό ιδανικό και η συντροφική αγάπη μας ένωναν και μας έδινα τη δύναμη να κρατηθεί το μετερίζι της αντίστασης μέχρι τέλους.
Την αλληλεγγύη και την υποστήριξη του ενός προς τον άλλον για να κρατήσουν, να αντέξουν την έδιναν όποτε οι περιστάσεις το επέτρεπαν . Όμως θα πρέπει να πούμε ότι μια μέθοδος για να κάμψουν το φρόνιμα των κρατουμένων και να τους αναγκάσουν να υπογράψουν δήλωση ήταν και οι συνεχείς μετακινήσεις από λόχο σε λόχο, από τάγμα σε τάγμα . Αυτό γινόταν για να μην δημιουργούνται συντροφικές ομάδες και συζητήσεις, γιατί οι διοικητές έτρεμαν την οργάνωση και τις κολλεκτίβες που ήξεραν ότι δημιουργούσαν οι κρατούμενοι σε τόπους εξορίας παλιότερα. Έτσι ήθελαν να αποκόβουν τον έναν από τον άλλον, να διαδίδουν μεταξύ των κρατουμένων ακόμα και ψευδείς πληροφορίες για δήθεν αποσπάσεις υπογράφων ώστε να κάμπτονται κι οι πιο αλύγιστοι. Όμως κάποιοι κρατούμενοι έβρισκαν σε κάθε ευκαιρία τρόπο να δηλώσουν την αντίστασή τους, την αλληλοβοήθεια και την εμψύχωση των συντρόφων τους.
Ένα παράδειγμα εμψύχωσης ολόκληρου του στρατοπέδου του ΑΕΤΟ ήταν κι ο Βαγγέλης Καμπέρος. Ήταν ηθοποιός και διοργανωτής του Θεάτρου στο τάγμα. Το θέατρο, αν και δεν ήταν ευρέως γνωστό στην Ελλάδα, ήταν ιδιαίτερα αγαπητό από την εποχή της κατοχής που οι νεολαίοι της ΕΠΟΝ διοργάνωναν θεατρικές και πολιτιστικές βραδιές, όπως παλιότερα κι η ΟΚΝΕ, κι όπως κι η Κυβέρνηση του Βουνού στην Ελεύθερη Ελλάδα. Υπήρχε η πείρα στους κρατούμενους νεολαίους γι΄ αυτό. Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι πολλοί ηθοποιοί, λογοτέχνες και συγγραφείς ήταν μεταξύ των κρατουμένων.
Ο Ν. Μανδράκος λέει λοιπόν στο συλλογικό έργο ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ για τον Βαγγέλη Καμπέρο « Πρωτεργάτης στη θεατρική ομάδα , πτυχιούχος ηθοποιός , στέλεχος της ΕΠΟΝ Πειραιά. .. Την θεατρική παράσταση που δόθηκε μια βραδιά του πρώτου δεκαπενθήμερο του Φλεβάρη του 1948 την παρακολούθησαν όλοι του πρώτου τάγματος πλην των κρατουμένων στο πειθαρχείο, δηλαδή 4.500 χιλιάδες κρατούμενοι, πλέον 300 περίπου της φρουράς. Τίτλος του έργου “τα Αδικημένα Νιάτα”. Ο συγγραφέας του, ο Βαγγέλης Καμπέρος το είχε γράψει το 1938 σε ηλικία 19 ετών. Οι θεατές καθισμένοι κατάχαμα στην πλαγιά, περίμεναν με ανυπομονησία το άνοιγμα της σκηνής. Οι αξιωματικοί με τα σόγια τους θρονιασμένοι σε καθίσματα που έφεραν από τον καταυλισμό τους. Όταν άνοιξε η αυλαία, πέσανε τα πρώτα χειροκροτήματα, για προθέρμανση των ηθοποιών. Το έργο πήρε την ροή του σε απόλυτη ησυχία. Μόνο τα χτυπήματα των κυμάτων στους βράχους πλαισίωναν την απόλυτη μυσταγωγία που συντελούνταν. Τα ωραία όμως δε διαρκούν πολύ. Το έργο έπαιρνε το τέλος του. Κανείς δε φανταζόταν πόσο μεγάλη συγκίνηση μας επιφύλασσε ο πρωταγωνιστής Βαγγέλης Καμπέρος, μόνο με μία λέξη, επιλεγμένη από το αθάνατο ελληνικό λεξιλόγιο. Είναι σίγουρο ότι ούτε οι συνεργάτες του επί σκηνής γνώριζαν το κλείσιμο του έργου. Με την καλλιτεχνική βαθιά στεντόρεια φωνή του απήγγειλε την τελευταία λέξη της παράστασης, αφού οπλίστηκε με δυνατή Φωνή “κρα…τή..στεεεε” . Η αυλαία έκλεισε.
Θύελλα ξεσήκωσαν τα παρατεταμένα χειροκροτήματα των κρατουμένων που ακολούθησαν. Αντήχησαν από ρεματιά σε ρεματιά και ο απόηχος τους έφτασε στα διπλανά στρατόπεδα, δεν αποκλείεται δε και μέχρι το Λαύριο. Ήταν η επιβεβαίωση 4.500 χιλιάδων ανθρώπων για λήψη του μηνύματος το οποίο το περιεχόμενο διαφύλασσαν μέσα στα φυλλοκάρδια τους σαν την κόρη του ματιού τους με καρτερία και αποφασιστικότητα. Οι παράγοντες του έργου αποθεώθηκαν. Για αρκετή ώρα δεν αφήνονταν ελεύθεροι οι ηθοποιοί να αποχωρήσουν από τη σκηνή. Τα σχόλια “μπράβο στα παιδιά , μπράβο του Βαγγέλη ” κράτησαν για πολλές μέρες.. Αυτή η ευχάριστη βραδιά που γέμισε τις ψυχές μας με χαρά και ικανοποίηση ήταν η τελευταία για το υπόλοιπο του 48, γιατί τα εγκλήματα που επακολούθησαν σε βάρος των κρατουμένων μετά από λίγες μέρες, δεν επέτρεψαν να ξανά γελάσουν τα χείλη τους. Ο Βαγγέλης Καμπέρος πλήρωσε πολύ ακριβά την εκφώνηση της λέξης Κρατήστε από σκηνής αλλά αξιοκρατικά θα περάσει το όνομά του στην ιστορία”.
Αναφερόμαστε σε κάποια πρόσωπα όχι για να ξεχωρίσουμε κάποιους από τους υπόλοιπους που αντιστάθηκαν κάτω από τις απάνθρωπες συνθήκες κράτησης σε αυτό το κομμάτι γης , στο ελληνικό Νταχάου, αλλά για να δείξουμε την αξία του ηρωισμού στην επίδρασή του στους υπόλοιπους κρατούμενους για να μη σπάσουν, να κρατήσουν …
Τον Γιάννη Αραζό τον Φλεβάρη του 1946, όταν συνελήφθη από τις ελληνικές αρχές και εξορίστηκε στην Ικαρία και την Μακρόνησο, ο διοικητής του ΑΕΤΟ Βασιλόπουλος, τον υποδέχτηκε με τα εξής: «Κοίταξε, Αραζέ, εδώ δεν είναι Νταχάου για να γλιτώσεις. Είναι Μακρόνησος». Βασανίστηκε φρικτά αρνούμενος να υπογράψει δήλωση και από το Μακρονήσι έφυγε, όντας σε κώμα, για το Δαφνί όπου ξύπνησε με αμνησία και διάφορα άλλα σοβαρά προβλήματα υγείας από τα βασανιστήρια.
Ο Γιάννης Αραζός, παρά τα προβλήματα υγείας του, συνέχισε την αταλάντευτη δράση του, μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ και πέρασε ξανά στην παρανομία τον Απρίλη του 1967, με την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας.
Ο Δ. Γεωργάτος γράφει για έναν άλλο παιδί της Μακρονήσου, τον φοιτητή Γιώργο Σαμπατάκο , γνήσιο αγωνιστή, που θυσιάστηκε αρνούμενος να υπογράψει δήλωση για κάτι που δεν ήταν, ότι δηλαδή δεν ήταν κομμουνιστής .
Τελευταία Κυριακή του Μάη του 1948, ο υπολοχαγός Μηγιάκης, διοικητής του σύρματος, μ’ ένα χαρτί στο χέρι, στη συγκέντρωσή μας θα μας πει: “Θα σας διαβάσω ένα γράμμα του αδελφού, του συναδέλφου σας Σαμπατάκου”. Ήταν μια ακόμα πίεση του διοικητή για να τον κάνει να σπάσει.
Την ίδια στιγμή, ακούστηκε η κρυστάλλινη και σταθερή φωνή του Γιώργη:
“Κύριε υπολοχαγέ, δε σας επιτρέπω να διαβάσετε το γράμμα που στείλανε για μένα. Αυτό που κάνετε είναι παράνομο… Το γράμμα απαιτώ να μου το δώσετε”.
Απόλυτη σιωπή. Ο Μηγιάκης σιώπησε κι αυτός.
Νύχτα 5 προς 6 Αυγούστου 1949. Ο Σαμπατάκος μαζί με άλλους τέσσερις συντρόφους του σύρματος βασανίζονται για να τους αποσπάσουν δηλώσεις μετανοίας . ….
Αυτά που ξέρουμε είναι αυτά που γράφει ο Σοφρωνάς: “Θυμάμαι ότι σε κάποια στιγμή βρεθήκαμε κοντά με τον Γιώργη. Ψηλαφιστά δώσαμε τα χέρια και τα σφίξαμε. Εκείνη τη στιγμή, άκουσα πολύ ξεψυχισμένα κάτι να μου λέει. Το μόνο που ξεχώρισα ήταν η λέξη “κουράγιο”.
Στο βιβλίο του “Ιστορία της Μακρονήσου”, με το χέρι του συντρόφου Μάργαρη, το σύρμα ολόκληρο γράφει:
“Τον κλάψαμε τον Γιώργη, γιατί ο Γιώργης μίλησε, πάλεψε με το θάνατο, ξεψύχησε για όλους μας. Ηταν η δική μας γνώμη, η δική μας θέληση, η δική μας καρδιά. Ηταν η ψυχή μας”.
Στην τελευταία αποστολή προς το ΑΕΤΟ ΕΣΑΙ σύμφωνα με δημοσιεύματα της εφ. ΜΑΧΗ μπήκε τον Οκτώβρη του 1949 μαζί με άλλους κι ο Λότσης. Διαβάζουμε από την εφημερίδα :
“ Πρόγραμμα το ίδιο. Μετά την λεγόμενη προεργασία , (δηλαδή την υποδοχή με τα μπαμπού και το αλύπητο ξύλο) ….συγκεντρώθηκαν στην αρένα 90 αποφασισμένοι να πάνε στη χαράδρα. Πριν από ξεκίνημα είχε επροηγηθεί ένα επεισόδιο που προκάλεσε αίσθηση. Κάποιοι “γνωστοί” ρίχτηκαν στον Π. Μακρή , αξιωματικό της αεροπορίας , και τον Γιώργο Λότση , φοιτητή νομικής , και τους τραβούσαν να τους γλυτώσουν από …το θάνατο. Ο Μακρής κακοποιήθηκε άσχημα και δε χρειάστηκε να πορευτεί στη χαράδρα. Ο Λότσης δέχτηκε μεγάλη πίεση. Στην αντίδρασή του ν΄ απαλλαγεί απο τον κλοιό που τον έσφιγγε, πηδάει ξαφνικά και φωνάζει με όλη τη δύναμή του, σα να ήθελε με τη φωνή του να σπάσει τα μεγάφωνα : Όχι φασίστες, Ζήτω το ΚΚΕ…
Κραυγή πολύ ασυνήθιστη και αντιπαθητική μέχρι θανάτου για το αναμορφωτήριο.
Άλλοι πήγαν στη χαράδρα αρνούμενοι να δηλώσουν , άλλοι στο αναρρωτήριο με σπασμένα χέρια , πόδια και κεφάλια, άλλοι μετακινήθηκαν στο ΒΕΤΟ ή το ΓΕΤΟ.
“ Αμετανόητοι 140 και μια φωνή που φώναξε « Ζήτω το ΚΚΕ, ζήτω η Λευτεριά ».
Η Μακρόνησος παρέμεινε μέχρι το 1954 ουσιαστικά σαν κολαστήριο και αναγκάστηκαν να την καταργήσουν κάτω από την κατακραυγή του λαού για το όργιο που είχε συντελεστεί εναντίον κομμουνιστών και αγωνιστών πάνω στο θανατονήσι αυτό.
Έτσι το ΑΕΤΟ παρέμεινε ένα κόκκινο τάγμα για την σθεναρή άρνηση υπογραφών των κρατουμένων του αλλά και για την θυσία με αίμα εκατοντάδων παιδιών, του ανθού της νεολαίας της αντίστασης, αγωνιστών κομμουνιστών που παρέμειναν ακλόνητοι στα ιδανικά και τις αξίες τους για την υπεράσπιση των ταξικών συμφερόντων του Λαού μας. Όπως και οι άλλοι κρατούμενοι αγωνιστές νίκησαν με τη στάση τους το θάνατο και δίδαξαν ότι ακόμη και σε στιγμές ήττας ή οπισθοχώρησης τα ιδανικά και οι πανανθρώπινες αξίες εμπνέουν και γίνονται φάροι και οδηγοί για τις επόμενες γενιές.
Θα τελειώσουμε την εκδήλωση μας με το ποίημα Ο ΔΡΟΜΟΣ , του ΦΩΤΗ ΑΓΓΟΥΛΕ , για να τιμήσουμε τους αγωνιστές Μακρονησιώτες κρατούμενους , τους νεκρούς του Α΄Ταγματος και τον αείμνηστο αντιπρόεδρο της ΠΕΚΑΜ, κρατούμενο του Α Τάγματος που έζησε τα γεγονότα της Σφαγής, Λάζαρο Κυρίτση , ο οποίος συνήθιζε να το απαγγέλει στο τέλος κάθε εκδήλωσης της ΠΕΚΑΜ .
Ας μην ήρθατε πίσω,
κι ας μη φτασατε πουθενά.
Ο δρόμος μας αρχινά
από κει που ο δικός σας τελειώνει
Μέσα στο κάτασπρο χιόνι
μια ματωμένη γραμμή το δρόμο μας δείχνει ,
ας ρίχνει σκοτάδι τριγύρω η νύχτα, ας ρίχνει
ακολουθούμε πιστά τα ματωμένα σας ίχνη.
ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗ 6 ΤΟΥ ΟΚΤΩΒΡΗ 2024
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΑποδοχήPrivacy policy